Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέχει ευρωπαϊκές στατιστικές γενικά επαρκούς ποιότητας και κατάλληλες προς χρήση από τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής, τις επιχειρήσεις και το κοινό, επιβεβαιώνει νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου. Και ενώ οι ελεγκτές κρίνουν ότι η Επιτροπή «παίρνει τη βάση», προειδοποιούν επίσης για ορισμένες αδυναμίες. Οι ευρωπαϊκές στατιστικές οφείλουν να είναι περισσότερο χρήσιμες για τους χρήστες τους και καλύτερα προσαρμοσμένες στις ανάγκες τους. Οι απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών, όπως η πανεπιστημιακή και η ερευνητική κοινότητα ως σύνολο, πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη σε ό,τι αφορά τον σχεδιασμό και την προτεραιοποίηση των στατιστικών αυτών. Και να μην παραβλέπονται τα κενά που υπάρχουν στα στοιχεία που αφορούν σημαντικούς στατιστικούς τομείς, όπως η εργασία, οι επιχειρήσεις και η υγεία.
Οι επίσημες στατιστικές είναι απαραίτητες για τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων από πολιτικούς και επιχειρηματίες, καθώς και για το έργο των ερευνητών, των δημοσιογράφων και του κοινού. Στην ΕΕ, συγκεκριμένα, χρησιμοποιούνται για τη συλλογή και την κατανομή κεφαλαίων, καθώς και για τον σχεδιασμό και την αξιολόγηση πολιτικών σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένων της απασχόλησης, του περιβάλλοντος και της οικονομίας. Μεταξύ 2013 και 2020, για την παραγωγή των στατιστικών αυτών τα ταμεία της ΕΕ διέθεσαν σχεδόν μισό δισεκατομμύριο ευρώ. Δεν λησμονούμε ότι πρόκειται για χρήματα των φορολογούμενων. Οι ελεγκτές εξέτασαν κατά πόσον η Επιτροπή είχε λάβει μέτρα για τη διασφάλιση της υψηλής ποιότητάς τους, αναλύοντας σε βάθος τους τομείς της εργασίας, των επιχειρήσεων και της υγείας.
«Η παραγωγή στατιστικών δεν αποτελεί αυτοσκοπό», δήλωσε ο Ildikó Gáll-Pelcz, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για τον έλεγχο. «Οι στατιστικές αποτελούν δημόσιο αγαθό και πρέπει να παράγονται κατά πρώτο και κύριο λόγο με γνώμονα τους χρήστες. Σε μια εποχή παραπληροφόρησης και αλλεπάλληλων κρίσεων, είναι επιτακτική η ανάγκη για επίσημες ευρωπαϊκές στατιστικές υψηλής ποιότητας, οι οποίες να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των χρηστών. Παράλληλα, ωστόσο, πρέπει να αναζητούνται καινοτόμοι τρόποι παραγωγής.»